Άρθρο της Ευρωβουλευτή ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία Ελενα Κουντουρά στο ΑΠΕ/ΜΠΕ για την Ημέρα της Γυναίκας #IWD2023.
Η Ημέρα της Γυναίκας συμβολίζει τον αγώνα για την ενδυνάμωση των γυναικών και αφορά το δικαίωμα όλων μας στον απόλυτο σεβασμό ανεξάρτητα από το φύλο.
Η ισότητα, παρότι θα έπρεπε να είναι αυτονόητη, δεν έχει κατακτηθεί και απέχει πολύ από το να γίνει πράξη. Ο ΟΗΕ ανακοίνωσεότι θα χρειαστούν ίσως 300 χρόνια ακόμη για την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικώνκαι ότι η πρόοδος στα δικαιώματα των γυναικών εξαφανίζεται μπροστά στα μάτια μας.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί τις τελευταίες δεκαετίες, οι επίσημοι δείκτες δείχνουν ότι απαιτούνται τουλάχιστον 60 χρόνια ακόμη για την πλήρη ισότητα των φύλων.
Από την αρχή της πανδημίας, και εν μέσω αλλεπάλληλων κρίσεων που βιώνουμε – της ενεργειακής κρίσης, της οικονομικής, του σαρωτικού κύματος ακρίβειας και του αφόρητα υψηλού κόστους διαβίωσης– οι έμφυλες ανισότητες εντείνονται και αυξάνει ο κίνδυνος φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού. Τα δύο προηγούμενα χρόνια είχαμε ραγδαία άνοδο των καταγγελιών έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας έως και 60% στις ευρωπαϊκές χώρες, με θύματα κυρίως γυναίκες και παιδιά και τραγική αύξηση των γυναικοκτονιών: Στην Ελλάδα είχαμε 25 γυναικοκτονίες το 2022 και 31 το 2021.
Η χώρα μας είναι πρώτη στην γυναικεία ανεργία μεταξύ των 27 της ΕΕ. Οι γυναίκες είναι πιο εκτεθειμένες στο κίνδυνο της φτώχειας, καθώς είναι συστηματικά υποαμειβόμενες για εργασία ίσης αξίας σε σχέση με τους άνδρες, υποεκπροσωπούνται σε θέσεις ευθύνης, είναι πιο ευάλωτες στην μερική απασχόληση, σε ελαστικές μορφές εργασίας, στον κίνδυνο απολύσεων, και στη συντριπτική τους πλειοψηφία έχουν ταυτόχρονα τη φροντίδα του σπιτιού και της οικογένειας, εργασία που είναι απλήρωτη.
Η πραγματικότητα αυτή καταδεικνύει την άμεση ανάγκη για μια άμεση ευρωπαϊκή απάντηση στα ζητήματα αυτά.
Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχουμε πάρει ξεκάθαρη θέση, με σειρά ψηφισμάτων, πιέζοντας την Κομισιόν αλλά και τα κράτη-μέλη να παρέμβουν δραστικά για την ενδυνάμωση των γυναικών, την εξάλειψη του μισθολογικού χάσματος, την αντιμετώπιση των ανισοτήτων και διακρίσεων που υφίστανται στην εργασία, στην οικονομία, στην υγεία και την παιδεία.
Ζητήσαμε να θεσπιστεί για πρώτη φορά ένα ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο αντιμετώπισης όλων των μορφών έμφυλης βίας και όλα τα κράτη-μέλη να εφαρμόσουν νομοθετικές μεταρρυθμίσεις για την προστασία του δικαιώματος στη ζωή και σε μία ζωή χωρίς βία, και επιτέλους να υιοθετήσουν οριζόντια ολοκληρωμένες πολιτικές με συνέπεια στην προστασία των δικαιωμάτων των γυναικών και των παιδιών.
Έχουμε καταρτίσει συγκεκριμένες θέσεις για τη νέα ευρωπαϊκή οδηγία αντιμετώπισης της έμφυλης βίας που πρότεινε η Κομισιόν πριν από ένα χρόνο ακριβώς. Μέσα από τις τροπολογίες που καταθέσαμε και διαπραγματευόμαστε, πιέζουμε ώστε η οδηγία να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά όλες της μορφές της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίαςκαι να ασκηθεί πίεση στα κράτη-μέλη ώστε να διορθωθούν σημερινές νομοθετικές στρεβλώσεις που υπονομεύουν το δικαίωμα σε μια ζωή χωρίς βία.
Προσωπικά, είχα την τιμή να είμαι εισηγήτρια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην έκθεση που εγκρίθηκε με συντριπτική πλειοψηφία πριν 1,5 χρόνο για τον “αντίκτυπο της ενδοσυντροφικής βίας και των δικαιωμάτων επιμέλειας στις γυναίκες και τα παιδιά”.
Για πρώτη φορά θέσαμε στο επίκεντρο εκτός από τις γυναίκες και τα παιδιά που πρέπει να αναγνωρίζονται ως θύματα, είτε επειδή έχουν υποστεί βία ή επειδή είναι μάρτυρες της βίας μεταξύ των γονέων.
Δυστυχώς σήμερα, σε αρκετά κράτη μέλη ο αντίκτυπος της ενδοοικογενειακής βίας στις γυναίκες και τα παιδιά υποτιμάται όταν λαμβάνονται αποφάσεις για την επιμέλεια ενός παιδιού. Και παρότι η παιδική κακοποίηση αποτελεί σαφές κριτήριο για τον καθορισμό της επιμέλειας, σε περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας εναντίον του άλλου γονέα και όχι του παιδιού πολλές φορές αγνοείται.
Ο βασικός κανόνας της συνεπιμέλειας υπερισχύει, με νόμους γονεοκεντρικούς αντί για παιδοκεντρικούς και σε χώρες όπως η Ελλάδα, λείπουν οι προσωρινοί μηχανισμοί αναστολής της γονικής μέριμνας από τον βίαιο σύντροφο, κατά τη διάρκεια των νομικών διαδικασιών, οι οποίες καθυστερούν συνήθως αρκετά χρόνια. Δίνεται δηλαδή η δυνατότητα στον κακοποιητικό γονέα, να συνεχίζει ανενόχλητος την κακοποιητική του δραστηριότητα έναντι της πρώην συντρόφου ή του παιδιού, στη βάση και μόνο της αξίωσής του ως γονέα «να μεριμνά» ή «να επικοινωνεί» με το παιδί.
Προτείναμε σειρά μέτρων ώστε τα θύματα να έχουν επαρκή πρόσβαση σε δομές και υπηρεσίες στήριξης, να αντιμετωπιστεί η οικονομική βία κατά των γυναικών και να υπάρξουν προγράμματα αποτροπής της βίας για τους θύτες, για την αλλαγή των μοτίβων συμπεριφοράς.
Ζητήσαμε να καταστεί υποχρεωτική και οριζόντια η εκπαίδευση και κατάρτιση όλων των εμπλεκόμενων αρχών που έρχονται σε επαφή με τα θύματα βίας. Αλλά και ναδοθεί προτεραιότητα στην ευρεία ενημέρωση και ευαισθητοποίηση με οργανωμένα προγράμματα σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης για την αλλαγή της νοοτροπίας και τον σεβασμό στο συνάνθρωπο ανεξάρτητα από το φύλο.
Και στείλαμε ένα ξεκάθαρο μήνυμα. Η συνεπιμέλεια είναι επιθυμητή καθώς είναι δικαίωμα αλλά και υποχρέωση των γονιών να συμμετέχουν ενεργά στην ανατροφή του παιδιού. Όμως δεν μπορεί η συνεπιμέλεια να καθίσταται υποχρεωτική, όταν υπάρχουν έστω και ενδείξεις ενδοοικογενειακής βίας, και πρέπει οι υποθέσεις οικογενειακού δικαίου να εξετάζονται από εξειδικευμένα δικαστήρια και δικαστές.
Βασική μας απαίτηση ήταν η άμεση κύρωση από την ΕΕ της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης, του πρώτου δεσμευτικού νομικά εργαλείου για την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας, την τιμωρία των δραστών και την πρόληψη.
Το Συμβούλιο της ΕΕ ενέκρινε πρόσφατα την προσχώρηση της ΕΕ στη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, μετά από καθυστέρηση έξι ετών, και ζήτησε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να εκφράσει συμφωνία. Είμαι υπερήφανη που συνέβαλα με την έκθεση μου, όπου ζητήσαμε την άμεση Κύρωση της Σύμβασης και με παρεμβάσεις μου, αλλά και συνολικά με την πίεση όλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,για αυτήν την ιστορική εξέλιξη.
Η ισχυρή βούληση για μηδενική ανοχή απέναντι στην έμφυλη βία και σε όλες τις μορφές της, πρέπει να αποτυπώνεται πρωτίστως στις θεσμικές αποφάσεις, ευρωπαϊκές και εθνικές.
Καμία χώρα και κοινωνία δεν μπορεί να κάνει ουσιαστικά βήματα προόδου και ευημερίας, όταν οι ανισότητες επικρατούν, όσο παραμένουν έμφυλα στερεότυπα και πατριαρχικές αντιλήψεις, και όσο η βία συντηρείται και αναπαράγεται, παραβιάζοντας το ανθρώπινο δικαίωμα για μία ζωή χωρίς βία και υπονομεύοντας το δικαίωμα του παιδιού στην υγιή ανάπτυξή του.
ΠΗΓΗ : ΑΠΕ-ΜΠΕ